Περίληψη του βιβλίου "Η Παλαιά Διαθήκη"
Η ανάγκη για μια έκδοση ολοκλήρου του εκκλησιαστικού κειμένου της Π.Δ., εκείνου που αναγινώσκεται κατά τη θεία λατρεία, πέραν των αναγνωσμάτων των ενταγμένων στα εν χρήσει λειτουργικά βιβλία της, οδήγησε την Αποστολική Διακονία στην επίπονη ετοιμασία -με νέα στοιχειοθεσία- και κυκλοφορία κατά το έτος 1997 της νέας έκδοσης υπό τον τίτλο "Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Εβδομήκοντα". Η έκδοση ταύτη στηρίχθηκε ως επί το πλείστον στο κείμενο της εκκλησιαστικής παραδόσεως και στο εγκεκριμένο υπό της Δ. Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, επιμεληθέν υπό του αειμνήστου καθηγητού και ακαδημαϊκού Π. Μπρατσιώτου. Λόγω εξαντλήσεως του ανωτέρω κειμένου, προβαίνουμε σήμερα σε νέα αναθεωρημένη -ως προς τα τυπογραφικά αβλεπτήματα- έκδοση της "Παλαιάς Διαθήκης κατά τους Εβδομήκοντα", καθώς η θαυμάσια αυτή ελληνική μετάφραση εκ του εβραϊκού πρωτοτύπου της Π.Δ., η αρχαιότερη και πληρέστερη προ-χριστιανική μετάφραση (Γ-Β' αι.), συνιστά την επίσημη Βίβλο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας.
•—– ٠ ✤ ٠ —– • —– ٠ ✤ ٠ —– • —– ٠ ✤ ٠ —–•
Η Παλαιά Διαθήκη
Ο όρος Παλαιά Διαθήκη δηλώνει την αρχαιότερη από τις δύο συλλογές βιβλίων που αποτελούν την χριστιανική Αγία Γραφή και αναφέρεται στην αποκάλυψη του Θεού μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, τη συνδιαλλαγή του με το έθνος Ισραήλ, με σκοπό να ευλογηθεί όλη η ανθρωπότητα. Τα βιβλία της, γράφτηκαν από πολλούς συγγραφείς σε διάστημα αρκετών εκατονταετηρίδων.
Τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης αποτέλεσαν τις μοναδικές Ιερές Γραφές που χρησιμοποιήθηκαν από τον Ιησού Χριστό, τους αποστόλους και την πρωτοχριστιανική κοινότητα.
Για τους Χριστιανούς, η Αγία Γραφή αποτελείται από δύο μέρη: την Παλαιά Διαθήκη και την Καινή Διαθήκη, ενώ η Παλαιά Διαθήκη αναγνωρίζεται ότι κατέχει ίσο κύρος με την Καινή Διαθήκη. Σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία, η σύναψη της Καινής Διαθήκης προφητεύεται ήδη μέσα στην Παλαιά Διαθήκη.
Ο εβραϊκός Βιβλικός όρος μπερίθ που αποδίδεται διαθήκη σημαίνει «συνθήκη, συμμαχία, σύμβαση ή συμφωνία». Έτσι, στη Βίβλο ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει την συμφωνία που συνάπτει ο Θεός είτε με μεμονωμένα άτομα είτε συλλογικά το λαό Ισραήλ και στοχεύει στη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Η πρώτη χριστιανική εκκλησία αποκαλούσε αυτό το σύνολο των προγενέστερων βιβλίων «ο Νόμος και οι Προφήτες» ή απλά «οι Γραφές». Περίπου από τον 3ο αιώνα μ.Χ. ο όρος «Παλαιά Διαθήκη» άρχισε να χρησιμοποιείται ευρύτερα για τις Γραφές που είχαν ολοκληρωθεί πριν τον Χριστό. Αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε σε αντιδιαστολή προς τη χρονικά μεταγενέστερη Καινή Διαθήκη, τη συλλογή των βιβλίων που αναφέρονται στην εκπλήρωση των επαγγελιών της παλαιάς και τη σύναψη της νέας διαθήκης δια του Ιησού Χριστού, μιας συμφωνίας μεταξύ Θεού και ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Η αρχαιότερη μετάφραση του εβραϊκού κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης έγινε στην ελληνική γλώσσα και έχει επικρατήσει να ονομάζεται Μετάφραση των Εβδομήκοντα.
Η Παλαιά Διαθήκη της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Validate your login
Σύνδεση
Δημιουργία νέου λογαριασμού